Το ψευτοδίλημμα της …κ Ξαφά

Στην  Κυριακάτικη Καθημερινή διάβασα   το άρθρο  της  κ. Μιράντας Ξαφά       οικονομολόγου με  σοβαρότατη  διεθνή καριέρα, πρ Διευθύντριας  του  Οικονομικού Γραφείου  του  Πρωθυπουργού  επί κυβερνήσεως Μητσοτάκη και  ιδρυτικού μέλους της  «Δράσης» με τίτλο  «Το ψευτοδίλημμα της  ανάπτυξης». (Το άρθρο  μπορείτε να  το  διαβάσετε  στο τέλος της ανάρτησης)
Δεν μπορώ να  αρνηθώ την  ορθότητα πολλών επισημάνσεων (για την ενοχοποίηση των μηχανισμώντης αγοράς,την ανάγκη και τα  μακροπρόθεμα  οφέλη των μεταρρυθμίσεων, το προβληματικό Δημόσιο κ.α) όπως δεν μπορώ να κρύψω και  αρκετές ενστάσεις μου [πχ Γιατί η δημοσιονομική εξυγίανση  δεν μπορεί να  βαδίσει  παράλληλα με  την  ανάπτυξη,  γιατί οι απολύσεις  δημοσίων υπαλλήλων στην Κούβα   του  Κάστρο πρέπει  να  είναι παράδειγμα  προς μίμηση, γιατί  οι απόψεις   οι  δικές μου αποτελούν ιδεολογική προκατάληψη και οι δικές της όχι ή  με  ποιον περίεργο λόγο  η «υπερμετρη»- οπως την  χαρακτηρίζει  η  ίδια- φορολογία βοηθάει είτε την εξυγίανση είτε την  ανάπτυξη]
Το»θέμα» μου όμως είναι το κλείσιμο του  άρθρου της   που είναι  δυστυχώς όλο το ζουμί:
«…Το πρόβλημα είναι ότι οι ριζικές μεταρρυθμίσεις που προβλέπονται στο Μνημόνιο δεν είναι προφανές ότι θα υλοποιηθούν όσο η κυβέρνηση συνεχίζει να φοβάται το πολιτικό κόστος και όσο η αντιπολίτευση συσπειρώνεται εναντίον του. Αλλά ούτε και το Μνημόνιο, από μόνο του, επαρκεί για την ανάκαμψη. Χρειάζεται ένα αναπτυξιακό όραμα, βασισμένο στην ιδιωτική πρωτοβουλία και στα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της χώρας, που μόνο η κυβέρνηση μπορεί να προσφέρει. Ας της δώσουμε μια δεύτερη ευκαιρία.»
Οπως αντιλαμβάνεσθε η  κ  ΞΑΦΑ   ΜΑΣ ΚΑΛΕΙ  ΝΑ  ΔΩΣΟΥΜΕ   ΜΙΑ ΔΕΥΤΕΡΗ  ΕΥΚΑΙΡΙΑ  ΣΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ. Μόνο που  η κυβέρνηση   την   ευκαιρία της  την έχει   και μάλιστα είναι διαρκείας  τριών ακόμη ετών. Κανείς  δεν επιθυμεί  να  της  την στερήσει,  κανείς  δεν ζητάει  εκλογές  (και να  ζητούσε δηλαδή   γιατί  έπρεπε να  την νοιάζει?), κανείς  δεν αμφισβητεί    το δικαίωμα της  να  εφαρμόσει την πολιτική της.Τι ακριβώς πρέπει  να  κάνουμε    εμείς   ως    πολίτες  για  να  δώσουμε  στην κυβέρνηση  «μια  δεύτερη ευκαιρία»  την στιγμή που  δεν έχει εξαντλήσει  την πρώτη? Να ψηφίσουμε τον κ Καμίνη,  τον κ Μπουτάρη  και  τον  κ Τατούλη?  Να σταματήσουμε να  μιλάμε?  Να αρχίσουμε να  έχουμε φαντασιώσεις ότι το  ΠΑΣΟΚ έχει «αναπτυξιακό όραμα  βασισμένο στην ιδιωτική πρωτοβουλία» ?  Να αθωώσουμε την  κυβέρνηση που-  η ίδια  η κ Ξαφά  επισημαίνει -«καθυστέρησε έξι μήνες να  πάρει ουσιαστικά μέτρα»?    Να ξεχάσουμε ότι η  κυβέρνηση  επειδή «συνεχίζει να  φοβάται  το πολιτικό κόστος»   δεν μπορεί να εκμεταλλευθεί  αποτελεσματικά  ούτε  και  τα  περιθώρια  χρόνου  που  της  δίνει το Μνημόνιο? Κοινώς να  το βουλώσουμε?  Να αρχίσουμε μήπως  και  τις επευφημίες?
Κι ακόμα: Η κ Ξαφά  απόλυτα συνειδητά   βάζει σ΄ ένα  τσουβάλι  σύσσωμη την  Αντιπολίτευση και  την κατηγορεί ότι συσπειρώνετα εναντίον του  μνημονίου   κάτι που-  όπως λέει-  εμποδίζει  την υλοποίηση  των ριζικών μεταρρυθμίσεων που αυτό   προβλέπει
Τον χώρο  της   ανιπολίτευσης ( γενικώς)   διατρέχουν   απόλυτα  διαφορετικές απόψεις περί μνημονίου. Είναι προφανέστατα πολύ διαφορετικές οι προτάσεις της  ΝΔ  και οι  πρακτικές της  από αυτές του ΚΚΕ  ή του  κ  Τσίπρα  και οι  απόψεις του  τελευταίου πολύ  απέχουν από αυτές του  κ Καρατζαφέρη  (εκτός αν  ο ΛΑΟΣ  κατατάσσεται    στην Συμπολίτευση) .  Ο καθένας  λοιπόν    «ως  δικαιούται»  έχει την άποψη του και γι αυτήν κρίνεται. [ Η ΝΔ  ας πούμε ψήφισε πάνω  από  τα  μισά νομοσχέδια του ΠΑΣΟΚ,  ήταν σταθερά «απέναντι» σε  κάθε  δυναμική κινητοποίηση και ο υποτιθέμενος «αντιμνημονισμός» της είναι πολύ  πιο κοντά στον «μνημονισμό» του ΠΑΣΟΚ    απ΄ότι ο «μνημονισμός» των περισσοτέρων στελεχών του τα οποία κατά βάσιν αντιπολιτεύονται την κυβέρνηση τους από τα  «αριστερά»]

Τα  βολικά  ισοπεδωτικά  τσουβαλιάσματα  είναι για   τους  αφελείς και για  τους   επιφορτισμένους με  το  καθήκον να  μας  πείσουν ότι  μια  κυβέρνηση με  νωπή εντολή και άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία    για να μπορεί να  κάνει  τη  δουλειά της σωστά    χρειάζεται  πολίτες που  να  παρακολουθούν   το διαρκές  ανακάτεμα   «σοσιαλιστικών» αγκυλώσεων, ερασιτεχνισμού , λαικισμού και   Γιωργοπαπανδρεικών   αυτοκαταστροφικών  εμμονών και να  ….χειροκροτάνε. Πολίτες λοβοτομημένους!

Με συγχωρείτε, δεν θα  πάρω!

ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ

Το ψευτοδίλημμα της ανάπτυξης

Tης Mιραντας Ξαφα*

Στο παρά πέντε των δημοτικών εκλογών, η στάση της αντιπολίτευσης και η διακαναλική συνέντευξη του πρωθυπουργού έχουν δώσει έντονα πολιτικό χαρακτήρα στις επερχόμενες εκλογές, που έχουν μετατραπεί σε ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης ανταγωνίζονται για το ποιος είναι ο πιο γνήσιος εκφραστής της αντι-μνημονιακής πολιτικής. Ισχυρίζονται ότι «οι πολιτικές του Μνημονίου βαθαίνουν την ύφεση», λες και μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη χωρίς δημοσιονομική εξυγίανση. Mόνο οι χώρες που έχουν επιβάλει δημοσιονομική πειθαρχία και έχουν ολοκληρώσει τις διαρθρωτικές αλλαγές που απαιτούνται για να είναι ανταγωνιστικές, βαδίζουν σταθερά στον δρόμο της ανάπτυξης. Αυτές είναι οι οικονομίες που διαθέτουν την αναγκαία ευκαμψία και δυναμισμό ώστε να προσαρμόζονται γρήγορα στις αλλαγές των συνθηκών στις παγκόσμιες αγορές, διασφαλίζοντας έτσι το βιοτικό επίπεδο των πολιτών τους.

Την ώρα που οι περισσότερες χώρες της Ε.Ε. παίρνουν σκληρά μέτρα λιτότητας, υπάρχει διχογνωμία αν σε περίοδο κρίσης έχει προτεραιότητα η δημοσιονομική εξυγίανση ή η ανάπτυξη. Για την Ελλάδα, αυτό είναι ψευτοδίλημμα. Δεν υπάρχει χώρα στην Ε.Ε., ακόμα και μεταξύ των πρώην κομμουνιστικών χωρών, με τόσες προβληματικές δημόσιες επιχειρήσεις, τόσο χαώδες συνταξιοδοτικό, τόση αδυναμία μέτρησης των δημοσιονομικών μεγεθών, τόσο παράλυτη δημόσια διοίκηση, τόσο ανύπαρκτη παραγωγική βάση.

Κάθε χρόνο, η χώρα κατατάσσεται όλο και χαμηλότερα στους δείκτες ανταγωνιστικότητας και διαφάνειας, πίσω από πολλές αφρικανικές χώρες. Για την Ελλάδα, δεν υπάρχει άλλος δρόμος από αυτόν που χαράσσει το Μνημόνιο. Υγιής ανάπτυξη δεν μπορεί να υπάρξει αν δεν μπει τάξη στην κόπρο του Αυγείου του Δημοσίου, και αν δεν εκλείψουν τα προνόμια και τα κεκτημένα που εμποδίζουν τον ανταγωνισμό και περιχαρακώνουν τις αγκυλώσεις.

Η ώρα της οικονομικής κρίσης φέρνει τις κοινωνίες αντιμέτωπες με τον καθρέφτη που δείχνει καθαρά τα προβλήματα και τις αδυναμίες τους. Ο καθρέφτης στη χώρα μας δείχνει μία κοινωνία με γενικευμένη προσοδοθηρία, μία «κοινωνία των βολεμένων», όπου το κράτος μοιράζει διορισμούς, άδειες, προμήθειες, συντάξεις, επιδοτήσεις και επιδόματα σε «ημετέρους», ενώ οι υπόλοιποι μένουν εκτός παιχνιδιού. Στα μάτια των τελευταίων, συχνά ενοχοποιούνται οι μηχανισμοί της αγοράς για την κοινωνική αδικία, ενώ στην πραγματικότητα ευθύνεται το κομματικό κράτος που επιβαρύνει την επιχειρηματικότητα και τις αγορές αντί να τις ενισχύει.

Η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που προβλέπονται στο Μνημόνιο έχει προκαλέσει μία σειρά συγκρούσεων «προστασίας των κεκτημένων». Τους τελευταίους μήνες βλέπουμε ομάδες συμφερόντων –φορτηγατζήδες, φαρμακοποιούς, δικηγόρους, δασκάλους, ναυτεργάτες, συνδικάτα του ευρύτερου δημόσιου τομέα– να αντιδρούν στην αφαίρεση προσόδων που έχουν εξασφαλίσει σε βάρος του εθνικού συμφέροντος.

Το ελληνικό πολιτικό σύστημα δεν μοιάζει ικανό να αρθρώσει έναν ρηξικέλευθο πολιτικό λόγο που να εναντιώνεται σε αυτά τα ιδιοτελή συμφέροντα. Οταν η κομμουνιστική Κούβα απολύει υπεράριθμους δημοσίους υπαλλήλους, εμείς μιλάμε για μετατάξεις. Και όταν ο δήμαρχος Τιράνων κατεδαφίζει 2.000 αυθαίρετα κατά μήκος του ποταμού που διασχίζει την πρωτεύουσα, εμείς προτείνουμε «τακτοποίηση» της πολεοδομικής παρανομίας. Η Αριστερά δεν μπορεί να ξεκολλήσει από την στείρα πολιτική του πεζοδρομίου και να τεκμηριώσει τον λόγο της, ενώ η Δεξιά ως επί το πλείστον επιδίδεται στον λαϊκισμό. Αν δεν μπορέσει να υπάρξει εθνική συνεννόηση, χωρίς παρωπίδες και ιδεολογικές προκαταλήψεις, το πρόγραμμα σταθερότητας δεν θα πετύχει. Κάποια στιγμή θα επέλθει η «κόπωση προσαρμογής» – η αντίδραση στην πολιτική λιτότητας και στην υπέρμετρη φορολογία που επιβαρύνει τον ιδιωτικό τομέα και την οικονομία.

Τα οφέλη ευημερίας και κοινωνικής δικαιοσύνης των μεταρρυθμίσεων για τους πολίτες είναι προφανή: Η απελευθέρωση των επαγγελμάτων και των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών ωφελούν όλους τους καταναλωτές.

Οι φτηνές μεταφορές μειώνουν τις τελικές τιμές των εμπορευμάτων στα ράφια των καταστημάτων και η απελευθέρωση των επαγγελμάτων βοηθάει τους νέους να βρουν δουλειά. Η εφαρμογή του Μνημονίου θα διευρύνει σημαντικά τις αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας. Το σπάταλο Δημόσιο θα εξυγιανθεί εκ βάθρων, απελευθερώνοντας πόρους για επενδύσεις. Θα περιοριστεί η γραφειοκρατία και θα διευκολυνθεί η ίδρυση και η αδειοδότηση των επιχειρήσεων. Θα ανοίξουν τα κλειστά επαγγέλματα που ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για την ακρίβεια και την ανεργία των νέων. Θα εξασφαλιστούν οι συντάξεις των επόμενων γενεών. Θα υπάρξει ροή ρευστότητας προς το τραπεζικό σύστημα, που σήμερα έχει χάσει την πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές και αδυνατεί να χρηματοδοτήσει την οικονομία.

Στον ένα χρόνο διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, η κυβέρνηση καθυστέρησε έξι μήνες να πάρει ουσιαστικά μέτρα, και αν τα πήρε ήταν χάρη στην απώλεια πρόσβασης στις κεφαλαιαγορές και στην παρέμβαση της τρόικας.

Το τελευταίο εξάμηνο όμως πάρθηκαν γενναία μέτρα –ασφαλιστικό, αγορά εργασίας, άνοιγμα επαγγέλματος φορτηγών Δ.Χ. και βυτιοφόρων– που αναβάλλονταν εδώ και δεκαετίες. Το πρόβλημα είναι ότι οι ριζικές μεταρρυθμίσεις που προβλέπονται στο Μνημόνιο δεν είναι προφανές ότι θα υλοποιηθούν όσο η κυβέρνηση συνεχίζει να φοβάται το πολιτικό κόστος και όσο η αντιπολίτευση συσπειρώνεται εναντίον του. Αλλά ούτε και το Μνημόνιο, από μόνο του, επαρκεί για την ανάκαμψη. Χρειάζεται ένα αναπτυξιακό όραμα, βασισμένο στην ιδιωτική πρωτοβουλία και στα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της χώρας, που μόνο η κυβέρνηση μπορεί να προσφέρει. Ας της δώσουμε μια δεύτερη ευκαιρία.

This entry was posted in ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ and tagged , , . Bookmark the permalink.

Σχολιάστε